Τι επιλογές ρύθμισης υπάρχουν

Όλα τα υπόλοιπα πρόσωπα που δεν έχουν την εμπορική ιδιότητα ή την πτωχευτική ικανότητα, όπως αναλύθηκε στις κατηγόριες «έμποροι» και «πρώην έμποροι» μπορούν να αξιολογήσουν τις κάτωθι επιλογές

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Μετά τη λήξη του άρθρου 9 του 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) ως προς τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας (η προθεσμία ήταν μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019), ο νόμος Κατσέλη συνεχίζει να υφίσταται ως διαδικασία αναδιάρθρωσης και διαγραφής οφειλών, μόνο που όσοι υποβάλλουν αίτηση για υπαγωγή από την 1η Μαρτίου 2019 και μετά, ναι μεν μπορούν να διαγράψουν μέρος ή και σημαντικό μέρος των χρεών τους, δεν δικαιούνται όμως να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους.

Υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη, για όσους υποβάλλουν αίτηση μετά την 28η Φεβρουαρίου 2019, σημαίνει ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας τους. Όσοι έχουν ήδη καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2019 μπορούν να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους με το νομικό πλαίσιο και τις προϋποθέσεις και ίσχυαν μέχρι εκείνη την ημερομηνία και όπως αναλύονται παρακάτω.

Τα παρακάτω ισχύουν για όσους έχουν υποβάλει αίτηση στο Ειρηνοδικείο έως την 28η Φεβρουαρίου 2019. Όσοι υποβάλλουν αίτηση μετά την ημερομηνία αυτή, μπορούν να υπαχθούν στο νόμο Κατσέλη χωρίς τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας τους. Επίσης οι παρακάτω προϋποθέσεις αναφορικά με το εισόδημα και την αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας ισχύουν μόνο για όσους ζητούν τη διάσωση της κύριας κατοικίας τους και έχουν καταθέσει αίτηση στο Ειρηνοδικείο μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019.

Τι επιτυγχάνεται μέσω της υπαγωγής στο Νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010)

Ο νόμος Κατσέλη δίνει τη δυνατότητα διάσωσης της πρώτης κατοικίας και καθολικής ρύθμισης των οφειλών των νοικοκυριών ανάλογα με το μηνιαίο εισόδημα της οικογένειας και την εμπορική αξία της κύριας κατοικίας.

Ποιοι υπάγονται στις ρυθμίσεις του Νόμου;

Υπάγονται όλα τα φυσικά πρόσωπα και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, με εξαίρεση τους εμπόρους.

Ειδικότερα υπάγονται οι απασχολούμενοι σε σχέση εξαρτημένης εργασίας (π.χ. ιδιωτικοί και δημόσιοι υπάλληλοι), οι νοικοκυρές, οι εισοδηματίες, οι άνεργοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες, εφόσον αυτοί δεν χαρακτηρίζονται έμποροι.
Υπάγονται τέλος όσοι ήταν έμποροι στο παρελθόν, έπαψαν όμως την εμπορία ή την οικονομική τους δραστηριότητα, χωρίς κατά την παύση αυτή να έχουν παύσει τις πληρωμές τους.

Ποια χρέη αφορά;

Υπάγεται κάθε χρέος από οπουδήποτε και αν προέρχεται. Τα χρέη που δεν υπάγονται διακρίνονται σε τρείς κατηγορίες:

Πρώτη κατηγορία: Χρέη που αναλήφθηκαν από τον οφειλέτη το τελευταίο έτος πριν την υποβολή της αιτήσεως στο Ειρηνοδικείο. Δεν θεωρούνται αναλήψεις οφειλών οι ρυθμίσεις των δανείων.

Δεύτερη κατηγορία: Χρέη που προέκυψαν από αδικοπραξία που διαπράχθηκε με δόλο. (για παράδειγμα δικαστική απόφαση για αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης ή ηθικής βλάβης).

Τρίτη κατηγορία: Διοικητικά πρόστιμα (Τροχαία, Εφορία κλπ), χρηματικές ποινές (Ποινικά Δικαστήρια), φόροι και τέλη προς το Δημόσιο και τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, εισφορές σε Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφαλίσεως (Ι.Κ.Α, Τ.Ε.Β.Ε., Ο.Γ.Α. κ.λπ. )

Για τις αιτήσεις που κατατέθηκαν μετά τις 14/8/2015 υπάγονται πλέον οι:

  1. Βεβαιωμένες οφειλές προς την Φορολογική διοίκηση σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής διαδικασίας (ΚΦΔ), Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων ( ΚΕΔΕ) και τον Τελωνειακό Κώδικα.
  1. Βεβαιωμένες οφειλές προς οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) α΄ και β΄ βαθμού και τα νομικά πρόσωπα αυτών.
  2. Ασφαλιστικές εισφορές προς Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης.

ΠΡΟΣΟΧΗ : Υποχρεωτικά οι οφειλές αυτές δεν επιτρέπεται να συνιστούν το σύνολο των πιστωτών . Πρέπει να υπάρχει στη ρύθμιση τουλάχιστον ένας ιδιώτης.

Πότε οι οφειλέτες μπορούν να υπαχθούν σε ρύθμιση;

Όταν έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής ληξιπρόθεσμων χρηματικών οφειλών χωρίς δόλο.

Ποια είναι η διαδικασία για την υπαγωγή στον Νόμο;

  1. Κατάθεση αίτησης στο Ειρηνοδικείο με όλα τα απαιτούμενα έγγραφα και τις υπεύθυνες δηλώσεις
  1. Με την παραλαβή της αιτήσεως και των εγγράφων η γραμματεία προβαίνει εντός δύο ημερών σε τυπικό έλεγχο αυτής και ανοίγεται φάκελος στο όνομα του οφειλέτη.
  1. Εφόσον δεν διαπιστώθηκε κάποια έλλειψη τότε προσδιορίζεται η συζήτηση της αιτήσεως υποχρεωτικώς εντός 6 μηνών από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της κατάθεσης.

Εάν διαπιστώθηκε κάποια έλλειψη τότε πρέπει να γίνει η συμπλήρωση εντός 15 ημερών από τη λήψη σχετικής πρόσκλησης, με την δυνατότητα παράτασης μέχρι δύο μηνών, άλλως η αίτηση τίθεται στο αρχείο.

  1. Η ημέρα επικύρωσης προσδιορίζεται εντός δύο μηνών από την ολοκλήρωση της κατάθεσης και μέχρι την συζήτηση της απαγορεύεται η λήψη καταδιωκτικών μέτρων κατά του οφειλέτη.
  2. Η επίδοση της αίτησης γίνεται εντός 15 ημερών από την ολοκλήρωση της αίτησης στους πιστωτές και τους εγγυητές.
  3. Συζήτηση του προδικαστικού συμβιβασμού.
  4. Συζήτηση της αιτήσεως στο Ειρηνοδικείο για την υπαγωγή στη ρύθμιση.

Τι κάνω από την κατάθεση της αίτησης;  Πληρώνω τα δάνεια μου;

Ο νόμος θέτει στον δανειολήπτη την υποχρέωση να καταβάλλει προς τους πιστωτές του ποσό ίσο με το 10% της τελευταίας ενήμερης δόσης των δανείων του έως την ημέρα επικύρωσης του προδικαστικού συμβιβασμού ή έκδοσης προσωρινής διαταγής. Εφόσον βέβαια κάποιος είναι άνεργος αυτό σημαίνει πως δεν δύναται να καταβάλλει κανένα ποσό. Η περιουσία του σε κάθε περίπτωση, εφόσον έχει γίνει δεκτό το αίτημα της προσωρινής διαταγής για την προστασία της κατοικίας του, δεν κινδυνεύει.

Τι θα γίνει στο Δικαστήριο;

Η διαδικασία είναι συνήθως σύντομη και εξετάζονται συγκεκριμένα πράγματα. Το βασικό είναι να προκύπτει η ανυπαίτια αδυναμία του οφειλέτη και τα περιουσιακά στοιχεία με τις εμπορικές τους αξίες προκειμένου να κρίνει ο δικαστής τι δύναται και οφείλει να αποπληρώσει ο οφειλέτης. Σίγουρα όλη η δουλειά έχει γίνει με την σύνταξη του δικογράφου που περιέχει πλήθος πληροφοριών που θα βοηθήσουν τον δικαστή να έχει μια σαφή εικόνα για την συγκεκριμένη υπόθεση. Η απόφαση δεν δημοσιεύεται εκείνη την στιγμή αλλά συνήθως τουλάχιστον μετά από τέσσερις μήνες από την ημερομηνία δικασίμου.

Τι θα πρέπει να πληρώσω τελικά όταν βγει η απόφαση για να διασώσω την κατοικία μου και να απαλλαγώ από το υπόλοιπο των οφειλών μου;

Εξαρτάται πάντα από την περίπτωση και τις ειδικότερες περιστάσεις. Καμία υπόθεση δεν είναι ίδια με την άλλη. Υπάρχει όμως ένα γενικό πλαίσιο που μπορούμε να πιθανολογήσουμε τι θα κρίνει στο Δικαστήριο. Αυτό εξαρτάται από το ύψος του δανεισμού, την εμπορική αξία της κατοικίας του δανειολήπτη και τα λοιπά περιουσιακά στοιχεία. Για τις αιτήσεις που κατατίθενται μετά την 1/1/2016 υπάρχουν εισοδηματικά και φορολογικά κριτήρια προκειμένου να διασωθεί η κύρια κατοικία.

Ειδικότερα, το μηνιαίο εισόδημά του δανειολήπτη δεν πρέπει να ξεπερνά συνολικά:  α) για άγαμο τις 1.159,4 ευρώ, β) για ζευγάρι τις 1972 ευρώ, γ) για ζευγάρι με ένα παιδί τις 2448 ευρώ και δ) για ζευγάρι με δύο παιδιά τις 2924 ευρώ και η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας του δεν υπερβαίνει ομοίως μια ελάχιστη αξία ( α) για τον άγαμο τις 180.000 ευρώ, β) για τον έγγαμο τις 220.000 ευρώ και γ) με προσαύξηση κατά 20.000 ευρώ ανά παιδί και μέχρι 3 παιδιά)

H απόφαση του Ειρηνοδικείου υποχρεώνει τον δανειολήπτη, προκειμένου να σώσει το σπίτι του να καταβάλλει κάθε μήνα προς τις Τράπεζες μηνιαία δόση το ανώτερο για είκοσι χρόνια, εκτός αν υπάρχουν συμβάσεις με μεγαλύτερη διάρκεια, τότε η υποχρέωση αυτή μπορεί να φτάσει τα 35 χρόνια. Στο διάστημα αυτό θα πρέπει να έχει καταβάλλει συνολικά το ποσό που θα ελάμβαναν οι Τράπεζες σε περίπτωση που έβγαζαν την κύρια κατοικία του δανειολήπτη στον πλειστηριασμό. 

Προκειμένου να υπολογιστεί το ποσό που θα ελάμβαναν στον πλειστηριασμό οι Τράπεζες καθώς και η μηνιαία δόση που θα πρέπει να καταβάλλει ο δανειολήπτης λαμβάνονται συνδυαστικά υπόψη τέσσερις παράμετροι:

ΤΡΕΧΟΥΣΑ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

Υπολογίζεται αρχικά η τρέχουσα ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, δηλαδή τι μπορεί να καταβάλλει κάθε μήνα ως δόση προς τις Τράπεζες. Βάση του υπολογισμού αυτού θα αποτελούν το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα και οι δαπάνες διαβίωσης αυτού και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του κατά το χρόνο συζήτησης της αίτησής του.


ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ

Στη συνέχεια υπολογίζεται η μελλοντική ικανότητα αποπληρωμής του οφειλέτη, τι θα μπορεί να δίνει δηλαδή στο μέλλον ως μηνιαία δόση. Βάση του υπολογισμού αυτού θα αποτελεί το ποσό που προκύπτει από τον υπολογισμό της τρέχουσας ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη, σε κατ’ αρχήν σταδιακή προσαύξηση ποσοστού 5% ανά πενταετία.

Το ανωτέρω ποσοστό της προσαύξησης ανά πενταετία μπορεί να είναι ανώτερο ή κατώτερο του 5%:

(α) στην περίπτωση που βασίζεται σε προσδοκία μελλοντικής αύξησης ή σε εκτίμηση μελλοντικής μείωσης του εισοδήματος του οφειλέτη από οποιαδήποτε αιτία, εφόσον αυτή τεκμηριώνεται επαρκώς,

(β) στην περίπτωση που βασίζεται σε οικειοθελή δέσμευση του οφειλέτη να μειώσει τις δαπάνες διαβίωσης του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του.

Θα λαμβάνονται επιπλέον ενδεικτικά υπόψη:

  • το τρέχον επίπεδο δαπανών σε σχέση με τις εύλογες δαπάνες,
  • η ηλικία του οφειλέτη,
  • ο αριθμός και ηλικία των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του,
  • τυχόν προβλήματα υγείας του οφειλέτη και των προστατευόμενων μελών της οικογένειάς του,
  • οι συνθήκες της αγοράς ή του κλάδου δραστηριότητας του οφειλέτη ή του εργοδότη αυτού.ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΤΟΥ ΟΦΕΙΛΕΤΗ
    Κατά τον υπολογισμό της μέγιστης ικανότητας αποπληρωμής του οφειλέτη λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο οι τυχόν μεταβολές στο εισόδημα ή στις δαπάνες του αναμένεται να επισυμβούν και η περίοδος που εκτιμάται ότι αυτές θα διαρκέσουν.

Εάν το σχέδιο διευθέτησης οφειλών περιέχει σταδιακά αυξανόμενες δόσεις αποπληρωμής, η ικανότητα αποπληρωμής υπολογίζεται μέχρι το χρονικό σημείο της ολοσχερούς εξόφλησης της συνολικής οφειλής.

Με τον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών θεσπίστηκαν οι γενικές αρχές συμπεριφοράς μεταξύ δανειολήπτη και Τράπεζας, προκειμένου να διακανονίζονται δάνεια που βρίσκονται σε καθυστέρηση αλλά δεν έχουν καταγγελθεί.

Κάθε ίδρυμα σύμφωνα με τον Κώδικα υποχρεούται, μεταξύ άλλων, να θεσπίσει λεπτομερώς καταγεγραμμένη Διαδικασία Επίλυσης Καθυστερήσεων (ΔΕΚ), στην οποία μπορούν να συμμετάσχουν φυσικά ή νομικά πρόσωπα, πρωτοφειλέτες, συνοφειλέτες και εγγυητές, εφόσον διατηρούν τον χαρακτηρισμό του «συνεργάσιμου δανειολήπτη» όπως ορίστηκε με απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Διαχείρισης ιδιωτικού Χρέους του ν. 4224/2013.

Βασική υποχρέωση αποτελεί η τήρηση των διαδικασιών του Κώδικα, πριν την τυχόν καταγγελία της οικείας πιστωτικής σύμβασης.

Ο Κώδικας πρέπει να τηρείται από κάθε πιστωτικό και χρηματοδοτικό ίδρυμα που έχει λάβει άδεια λειτουργίας από την ΤτΕ και εφαρμόζεται σε κάθε μορφής οφειλή με καθυστέρηση άνω των 60 ημερολογιακών ημερών.

Ποια είναι η διαδικασία;  

Εφαρμόζονται τα ακόλουθα πέντε στάδια:

Στάδιο 1: Επικοινωνία με τον δανειολήπτη

Στάδιο 2: Συγκέντρωση οικονομικών και άλλων πληροφοριών από τον δανειολήπτη

Στάδιο 3: Αξιολόγηση οικονομικών δεδομένων

Στάδιο 4: Πρόταση κατάλληλης λύσης ρύθμισης ή οριστικής διευθέτησης

Στάδιο 5: Διαδικασία Εξέτασης Ενστάσεων

Αυτά τα πέντε στάδια αφορούν τον λεγόμενο συνεργάσιμο δανειολήπτη, δηλαδή αυτόν ο οποίος πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:

α) παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία επικοινωνίας προβαίνει σε ορισμό συγγενικού ή φιλικού προσώπου, ως αντικλήτου επικοινωνίας για κάθε περίπτωση που ο ίδιος δεν είναι διαθέσιμος,

β) είναι διαθέσιμος σε επικοινωνία αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του, με κάθε πρόσφορο τρόπο, εντός 15 εργάσιμων ημερών,

γ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, αναφορικά με την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργασίμων ημερών από την ημέρα μεταβολής της

δ) προβαίνει αυτοπροσώπως είτε διά του αντικλήτου του, σε πλήρη και ειλικρινή γνωστοποίηση πληροφοριών, οι οποίες θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην μελλοντική οικονομική του κατάσταση, εντός 15 εργάσιμων ημερών από την ημέρα που θα περιέλθουν σε γνώση του (π.χ. πλήρωση προϋποθέσεων λήψης επιδόματος, εμφάνιση νέων περιουσιακών στοιχείων που θα περιέλθουν στην κυριότητα του [κληρονομιά κ.λπ.], απώλεια κυριότητας περιουσιακών στοιχείων, ανακοινώσεις απόλυσης, καταγγελίες μισθώσεων, εξαγορά ασφαλιστικών προϊόντων, κέρδη οποιασδήποτε μορφής κ.λπ.) και

ε) συναινεί σε διερεύνηση εναλλακτικής πρότασης αναδιάρθρωσης,

Ποιοι είναι βασικοί τύποι ρύθμισης που προβλέπονται;

Προβλέπονται 3 βασικοί τύποι ρύθμισης :

 

Τύποι βραχυπρόθεσμων ρυθμίσεων

Η διάρκεια τους είναι μικρότερη των 5 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Καταβολή μόνο των τόκων.
  • Μειωμένες δόσεις για ορισμένη περίοδο.
  • Περίοδο χάριτος .
  • Μεταφορά πληρωμής δόσεων για το μέλλον.
  • Τακτοποίηση του ληξιπρόθεσμου υπολοίπου.

Τύποι μακροπρόθεσμων ρυθμίσεων

Η διάρκεια τους είναι μεγαλύτερη των 5 ετών και μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Μόνιμη μείωση επιτοκίου ή του συμβατικού περιθωρίου.
  • Αλλαγή Τύπου επιτοκίου, από κυμαινόμενο σε σταθερό ή το αντίστροφο
  • Παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου.
  • Διαχωρισμός του δανείου σε δύο τμήματα (πχ ένα ενυπόθηκο δάνειο το οποίο θα συνεχίσει θα πληρώνεται κανονικά το μισό  και το υπόλοιπο να μεταφέρεται για το μέλλον, με ρευστοποίηση περιουσιακού στοιχείου ή άλλου είδους διευθέτηση).
  • Μερική διαγραφή χρεών.
  • Πρόσθετη εξασφάλιση για να επιτευχθεί ευνοϊκότερη ρύθμιση.
  • Λειτουργική αναδιάρθρωση της επιχείρησης με αλλαγή της διοίκησης όταν οι πιστωτές θεωρούν βιώσιμη την επιχείρηση.
  • Συμφωνίες ανταλλαγής χρέους με Μετοχικό Κεφάλαιο όπου η Τράπεζα καθίσταται μέτοχος της επιχείρησης.

Τύποι οριστικής διευθέτησης

Ο σκοπός είναι η οριστική τακτοποίηση της οφειλής και μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Εθελοντική παράδοση Ενυπόθηκου ακινήτου (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου).
  • Μετατροπή σε Χρηματοδοτική Μίσθωση (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου υπογράφοντας σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης, με δυνατότητα μίσθωσης και χρήσης για ορισμένη χρονική περίοδο).
  • Πώληση και ενοικίαση (Ο δανειολήπτης παραχωρεί την κυριότητα του ακινήτου με δυνατότητα μίσθωσης για ελάχιστη περίοδο τριών ετών).
  • Μεταβίβαση του δανείου σε άλλο ίδρυμα.
  • Ανταλλαγή με στεγαστικό δάνειο μικρότερης αξίας για αγορά κατοικίας ή επαγγελματικής στέγης μικρότερης αξίας.

Για κάθε κατηγορία δανειολήπτη και εγγυητή, αξιολογούνται ενδεικτικά, στοιχεία όπως η οικονομική του κατάσταση, το συνολικό ύψος και η φύση των χρεών του, η τρέχουσα ικανότητα του για αποπληρωμή των οφειλών του, το ιστορικό της οικονομικής του συμπεριφοράς και η προβλεπόμενη ικανότητα αποπληρωμής των οφειλών.

Αν, ειδικότερα, ο δανειολήπτης ή ο εγγυητής αποτελεί επιχείρηση, επιπροσθέτως αξιολογούνται, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή της επιχείρησης, στοιχεία όπως το υποβληθέν επιχειρηματικό σχέδιο ή σχέδιο.

Το ίδρυμα, καθ’ όλη τη διάρκεια του σταδίου της αξιολόγησης, οφείλει να καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια για να συνεργαστεί με το δανειολήπτη προκειμένου να προσδιορίσει με ακρίβεια την ικανότητα του για αποπληρωμή του χρέους, με στόχο να καταλήξουν σε μια κατάλληλη λύση. Επιπροσθέτως, το ίδρυμα οφείλει να προβεί σε αξιολόγηση της αξίας τυχόν εμπράγματης εξασφάλισης (ή άλλου περιουσιακού στοιχείου που θα μπορούσε με τη συναίνεση του δανειολήπτη να αποτελέσει πρόσθετη εξασφάλιση).

Από το ίδρυμα θα πρέπει να επιλέγεται η καταλληλότερη, κατά περίπτωση, λύση. Για τους σκοπούς του Κώδικα ως «κατάλληλη λύση» θεωρείται εκείνη που διασφαλίζει τη συμμόρφωση του ιδρύματος προς τις εποπτικές του υποχρεώσεις. Ειδικότερα, για την αξιολόγηση της καταλληλότητας κάθε λύσης, λαμβάνονται υπόψη, σε κάθε περίπτωση, η ανάγκη συμμόρφωσης του ιδρύματος προς ισχύουσες εποπτικές απαιτήσεις, καθώς και οι ειδικότερες για τη διαχείριση των καθυστερήσεων κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες η ΤτΕ έχει θέσει με την ΠΕΕ 42/30.5.2014 στα εποπτευόμενα από αυτή ιδρύματα για το σχεδιασμό και αξιολόγηση βιώσιμων τύπων ρύθμισης.

Ο Κώδικας αναφέρει ότι το πιστωτικό ίδρυμα οφείλει να ολοκληρώνει τα πέντε παραπάνω στάδια του κώδικα πριν προβεί σε καταγγελία της οικείας τραπεζικής σύμβασης και να εκκινήσει διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης.

Συμπερασματικά, η διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών προβλέπει έναν υποχρεωτικό τρόπο εξωδικαστικής απόπειρας ρύθμισης των τραπεζικών δανείων προκειμένου οι τράπεζες να μην προχωρούν καταχρηστικά στη καταγγελία τους και να δίνεται στον δανειολήπτη μια ευκαιρία ρύθμισης των δανείων του με οριοθετημένη διαδικασία και κάποιες γενικές αρχές που οφείλουν να τηρούν οι τράπεζες αλλά και ο ίδιος ο δανειολήπτης.

Επομένως είναι προς το συμφέρον των δανειοληπτών, αν λάβουν την εν λόγω επιστολή από τη Τράπεζα να ανταποκριθούν εντός της τασσόμενης προθεσμίας και να τηρούν οι ίδιοι αρχείο με όλα τα σχετικά έγγραφα και τις επιστολές που θα ανταλλάξουν με τη Τράπεζα.

Αν τελικά το δάνειο δεν ρυθμιστεί, ο μόνος τρόπος να αποδείξουν σε ένα μελλοντικό δικαστήριο ότι η Τράπεζα δεν ακολούθησε τη διαδικασία σωστά ή ότι καταχρηστικά κατήγγειλε το δάνειό τους προκειμένου να αμυνθούν και να ανακόψουν τα μέτρα εκτέλεσης που θα ακολουθήσει η Τράπεζα, είναι να προσκομίσουν, εκτός άλλων, και τα παραπάνω έγγραφα.

Εξωδικαστική ρύθμιση δανείων – Σε κάθε στάδιο της επικοινωνίας μας με τη Τράπεζα, είτε το δάνειο αποπληρώνεται κανονικά, είτε αυτό είναι καταγγελμένο, ακόμα και αν έχει εκδοθεί διαταγή πληρωμής, μπορεί να γίνει ελεύθερη διαπραγμάτευση και εκτός του πλαισίου του Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών.

Χρήσιμο είναι να κρατάμε επικοινωνία με την Τράπεζα γιατί σήμερα προσφέρονται αρκετά καλές ρυθμίσεις, κυρίως στα καταναλωτικά δάνεια και όταν έχουμε αδυναμία πληρωμής είναι προς το συμφέρον μας να ενημερώνουμε εγγράφως την Τράπεζα για το πρόβλημά μας προκειμένου να αξιολογηθεί η δυνατότητα ρύθμισης.

Αυτό που εξετάζεται κυρίως είναι το οικογενειακό εισόδημα και οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης και όταν υπάρχει ακίνητη περιουσία η εμπορική αξία των ακινήτων και κατά πόσον αυτά μπορούν να αξιοποιηθούν (μίσθωση, πώληση).

Μια διαπραγμάτευση έχει τρωτά σημεία και για τις δύο πλευρές. Στις περιπτώσεις που η Τράπεζα δεν θέλει να προχωρήσει σε εκποίηση του ακινήτου θα επιλέξει να ρυθμίσει το δάνειο με ευνοϊκούς όρους για τον δανειολήπτη. Αν όμως το ακίνητο έχει εμπορική αξία και ο δανειολήπτης φαίνεται ότι δεν έχει τα εισοδήματα να αποπληρώσει ούτε την εμπορική αξία του ακινήτου τότε το καλύτερο σενάριο, αν τελικά δεν εκποιηθεί το ακίνητο, φαίνεται να είναι η ρύθμιση με μία περίοδο χάριτος όπου ο δανειολήπτης θα καταβάλλει μια χαμηλή μηνιαία δόση για κάποια χρόνια η οποία, με τη λήξη όμως της περιόδου αυτής η μηνιαία δόση θα αυξηθεί δραματικά.

Ο δανειολήπτης από την άλλη φοβάται μήπως χάσει το ακίνητό του αλλά στη πραγματικότητα κάθε ρύθμιση είναι σαν νέα αγορά του ακινήτου. Επομένως θα πρέπει να αποφασίσει αν θέλει το ακίνητο και αν αξίζει να πληρώσει το ποσό που του ζητάει η Τράπεζα για τη διάσωσή του.  Επίσης θα πρέπει να λάβει υπόψην την ηλικία του και κατά πόσο οι κληρονόμοι του στο μέλλον θα θέλουν να αποδεχτούν ένα τέτοια δάνειο.

Αν δεν έχει ψυχραιμία και δεν διαχειριστεί το πρόβλημα με εμπορικούς όρους δεν θα μπορέσει να κάνει καλή ρύθμιση.

Αυτό που θα πρέπει να πληρώσει με τη ρύθμιση θα είναι σίγουρα κάτι κοντά στη εμπορική αξία των ακινήτων του, στη περίπτωση δε που υπάρχουν και εγγυητές τότε συνυπολογίζονται τα περιουσιακά στοιχεία και τα εισοδήματα και αυτών.

Σε κάποιες περιπτώσεις η οικειοθελής παράδοση του ακινήτου μπορεί να είναι η καλύτερη επιλογή.

Σε κάποιες περιπτώσεις η διαμεσολάβηση μπορεί να αποδώσει αλλά αυτό εξαρτάται από τις προθέσεις της Τράπεζας και το πώς θα κυλίσει η διαπραγμάτευση κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης.

Τι πρέπει επομένως να προσέξει ο δανειολήπτης

Αν θέλει το ακίνητο

Αν το νέο δάνειο – ρύθμιση είναι κοντά στην εμπορική αξία του ακινήτου

Αν η μηνιαία δόση της ρύθμισης ανταποκρίνεται στη μισθωτική αξία του ακινήτου. Δηλαδή η δόση να είναι κοντά στο μίσθωμα ενός αντίστοιχου ακινήτου στην ίδια περιοχή.

Αν μπορεί να εκμισθώσει κάποιο ακίνητο για να αυξήσει το εισόδημά του.

Αν μπορεί να πουλήσει κάποιο ακίνητο για να απομειώσει την οφειλή του

Διανύουμε μια τελείως νέα εποχή για τους ιδιοκτήτες ακινήτων οι οποίοι προκειμένου να τα διατηρήσουν στην κυριότητά τους θα πρέπει με κάποιο τρόπο να τα εκμεταλλεύονται για να αποδίδουν κάποιο εισόδημα.

Όλες οι προτάσεις προς τη τράπεζα πρέπει να γίνονται γραπτώς

Ο δανειολήπτης πρέπει να καταβάλλει αυτό που μπορεί ακόμα και αν δεν έχει ρυθμίσει το δάνειο του γιατί αυτό θα αξιολογηθεί θετικά και από τη Τράπεζα αλλά και από ένα Δικαστήριο στο μέλλον αν η υπόθεση τελικά οδηγηθεί στα δικαστήρια.

Ελέγχουμε όλες τις επιστολές, κρατάμε στοιχεία και ονόματα εισπρακτικών, ημερομηνίες και ώρες που μας καλούν

Όλα τα παραπάνω τα κάνουμε για να χτίσουμε μια αμυντική γραμμή και για να βοηθήσουμε το δικηγόρο μας ως προς τους λόγους ανακοπής που μπορεί να προβάλει.

Αν κοινοποιηθεί έγγραφο με δικαστικό επιμελητή επικοινωνούμε με το δικηγόρο μας άμεσα γιατί τρέχουν προθεσμίες.

Αν τελικά το δάνειο δεν ρυθμιστεί, η αλληλογραφία είναι ο μόνος τρόπος οι δανειολήπτες να αποδείξουν σε ένα ενδεχόμενο δικαστήριο στο μέλλον ότι η Τράπεζα ενήργησε ενδεχομένως καταχρηστικά προκειμένου να αμυνθούν και να ανακόψουν την αναγκαστική εκτέλεση που θα ακολουθήσει στη πορεία.

 

Εξωδικαστική ρύθμιση δανείων ή νόμος Κατσέλη;

Ένα άλλο μεγάλο δίλλημα που αντιμετωπίζουν οι δανειολήπτες είναι κατά πόσο συμφέρει η εξωδικαστική ρύθμιση των δανείων σε σχέση με το νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010).

Πότε πρέπει να αξιολογηθεί η δυνατότητα εξωδικαστικής ρύθμισης και η παραίτηση από το νόμο Κατσέλη:

  • Όταν τίθεται θέμα δολιότητας του δανειολήπτη δηλαδή έχουμε:

μεγάλο ύψος δανεισμού

μεγάλο αριθμό δανείων

χαμηλά εισοδήματα κατά τη στιγμή ανάληψης των δανείων

μεταβίβαση ακινήτων εντός της τελευταίας τριετίας από τη κατάθεση της αίτησης

  • Όταν δεν υπάρχει μείωση του εισοδήματος σε σχέση με το παρελθόν
  • Όταν η αξία της κατοικίας (εμπορική ή αντικειμενική) είναι μεγαλύτερη από τις οφειλές

Όταν υπάρχει δεύτερο ακίνητο σημαντικής εμπορικής αξίας

Για τους οφειλέτες του Δημοσίου που δεν μπορούν να υπαχθούν στις 120 δόσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού, παρέχονται σήμερα, δύο τρόποι ρύθμισης των οφειλών τους προς τη Φορολογική Διοίκηση μέσω της τμηματικής εξόφλησης αυτών από 12 έως και 24 μηνιαίες δόσεις.

Με τη πρώτη ρύθμιση η αίτηση για ρύθμιση μπορεί να υποβληθεί ηλεκτρονικά μέσω της σχετικής εφαρμογής του συστήματος TAXISNET της ιστοσελίδας της Α.Α.Δ.Ε. (www.aade.gr) με συνημμένη υπεύθυνη δήλωση με την οποία δίνονται οι απαιτούμενες πληροφορίες για την εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση αιτούντος.

Με τη δεύτερη ρύθμιση ο οφειλέτης πρέπει να μεταβεί ο ίδιος στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. προκειμένου να συμπληρώσει χειρόγραφα τη σχετική έντυπη αίτηση και υπεύθυνη δήλωση για την εισοδηματική και περιουσιακή του κατάσταση.

Και στις δύο ανωτέρω ρυθμίσεις, η υπαγωγή μιας οφειλής στη ρύθμιση των 12 (ή έως 24) μηνιαίων δόσεων, γίνεται μόνο μία φορά.

Νέο πλαίσιο προστασίας κύριας κατοικίας (ν. 4605/2019). Προθεσμία υποβολής 31-12-2019.

 

Εισαγωγή.

Λίγα λόγια για το νέο νόμο.

Μετά τη λήξη του άρθρου 9 του 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) ως προς τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας (η προθεσμία ήταν μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019), ο νόμος Κατσέλη συνεχίζει να υφίσταται ως διαδικασία αναδιάρθρωσης και διαγραφής οφειλών, μόνο που όσοι υποβάλλουν αίτηση για υπαγωγή από την 1η Μαρτίου 2019 και μετά, ναι μεν μπορούν να διαγράψουν μέρος ή και σημαντικό μέρος των χρεών τους, δεν δικαιούνται όμως να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους.

Υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη, για όσους υποβάλλουν αίτηση μετά την 28η Φεβρουαρίου 2019, σημαίνει ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας τους. Όσοι έχουν ήδη καταθέσει αίτηση υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη μέχρι την 28η Φεβρουαρίου 2019 μπορούν να διασώσουν τη κύρια κατοικία τους με το νομικό πλαίσιο και τις προϋποθέσεις και ίσχυαν μέχρι εκείνη την ημερομηνία.

Το νέο νομικό πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας (ν. 4605/2019) δίνει τη δυνατότητα διάσωσης της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη, μέσω υποβολής αιτήσεως σε ηλεκτρονική πλατφόρμα και όχι με δικαστική απόφαση όπως στο νόμο Κατσέλη.

Τα  κριτήρια ένταξης είναι πολύ πιο αυστηρά και οι προϋποθέσεις πολλές. Πρόκειται για ένα νόμο με προσωρινή ισχύ και η τελευταία ημέρα υποβολής της αιτήσεως είναι η 31η Δεκεμβρίου 2019.

Μια βασική διαφορά ανάμεσα στο νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010) και το νέο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας (ν. 4605/2019) είναι ότι δικαίωμα υπαγωγής έχουν όλοι, ανεξαρτήτως ιδιότητας (δηλαδή πτωχευτικής ικανότητας ή μη) και ρυθμίζονται για πρώτη φορά επαγγελματικά δάνεια αρκεί τα δάνεια αυτά να έχουν εξασφάλιση (υποθήκη ή προσημείωση) στη κύρια κατοικία του δανειολήπτη.

Ενώ δηλαδή στο νόμο Κατσέλη (ν. 3869/2010) δεν μπορούσαν να υπαχθούν έμποροι ή πρώην έμποροι που είχαν κάνει παύση πληρωμών, στο νέο πλαίσιο μπορούν να υπαχθούν και αυτοί.

Μια άλλη βασική διαφορά είναι ότι στο νέο πλαίσιο (ν. 4605/2019) υπάρχει όριο ως προς το ύψος των οφειλών που εντάσσονται στη ρύθμιση,  για τις επιχειρηματικές οφειλές το ποσό αυτό είναι οι 100.000 ευρώ ανά πιστωτή ενώ για τις προσωπικές (στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια) οι 130.000 ευρώ ανά πιστωτή.

Επιπλέον, προβλέπεται κούρεμα των οφειλών που εντάσσονται στη ρύθμιση, το οποίο εξαρτάται από την εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του δανειολήπτη καθώς και επιδότηση από το Ελληνικό Δημόσιο μέρους της μηνιαίας δόσης προς τη Τράπεζα κατά ποσοστό που μπορεί να φτάνει μέχρι και το ½ της δόσης αυτής, ανάλογα με το εισόδημα της οικογένειας του δανειολήπτη.

Η διαδικασία γίνεται μέσω υποβολής αιτήσεως σε ηλεκτρονική πλατφόρμα και δεν έχει καθολικό χαρακτήρα, δηλαδή δεν εντάσσονται όλες οι υποχρεώσεις του νοικοκυριού αλλά αποκλειστικά δάνεια που έχουν εξασφάλιση στη κύρια κατοικία ενώ τα δάνεια αυτά, όπως προαναφέρθηκε,  δεν πρέπει να ξεπερνούν  ένα όριο – υπόλοιπο οφειλής (στεγαστικά – καταναλωτικά δάνεια τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή και επιχειρηματικά δάνεια τις 100.000 ευρώ ανά πιστωτή).

Την ίδια στιγμή πρέπει να υπάρχουν αθροιστικά μια σειρά από άλλες προϋποθέσεις όπως η αξία του συνόλου της περιουσίας της οικογένειας πέραν της κύριας κατοικίας, οι καταθέσεις, η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας κλπ.

Ποιοι μπορούν να μπουν στο νέο νόμο;

Δικαίωμα υπαγωγής έχουν όλοι, ανεξαρτήτως πτωχευτικής ή μη ικανότητας. Εντάσσονται δηλαδή έμποροι, πρώην έμποροι, δημόσιοι και ιδιωτικοί υπάλληλοι, συνταξιούχοι, άνεργοι και ελεύθεροι επαγγελματίες. Δεν εντάσσονται εταιρείες, μόνο φυσικά πρόσωπα.

Αίτηση μπορούν να υποβάλλουν και όσοι έχουν ασκήσει αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (νόμος Κατσέλη) και αυτή είναι εκκρεμής σε πρώτο ή δεύτερο βαθμό, χωρίς να έχει συζητηθεί.

Αν οι δανειολήπτες ρυθμίσουν τελικά συναινετικά οποιαδήποτε από τις οφειλές, που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τον παρόντα νόμο, τότε η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται.

Σημαντικό, επίσης, είναι να αναφέρουμε ότι δικαίωμα υπαγωγής και ρύθμισης οφειλών άλλων ενοχικά υπόχρεων φυσικών προσώπων, έχουν όσοι είναι τρίτοι κύριοι ακινήτων και έχουν παραχωρήσει υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στη δική τους κύρια κατοικία για οφειλές των προσώπων αυτών από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύματα ή από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2018.

 

Ποιες οφειλές εντάσσονται;

 

Εντάσσονται οφειλές από οποιαδήποτε αιτία (στεγαστικά, καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια) προς πιστωτικά ιδρύματα (περιλαμβάνονται οι εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων και τα πιστωτικά ιδρύματα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση), καθώς και οφειλές από στεγαστικό δάνειο προς το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον α)  για τις οφειλές αυτές έχει εγγραφεί, πριν την υποβολή της αιτήσεως, υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης σε ακίνητο που χρησιμοποιείται ως κύρια κατοικία, και β) οι οφειλές αυτές είναι σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών κατά την 31η Δεκεμβρίου 2019.

Η ρύθμιση δεν είναι καθολική, δηλαδή δεν ρυθμίζονται οι υπόλοιπες υποχρεώσεις του νοικοκυριού όπως χρέη προς το Δημόσιο, τα Ασφαλιστικά Ταμία και τα δάνεια χωρίς εξασφάλιση στη κύρια κατοικία. Αν υπάρχουν τέτοιες οφειλές, οι δανειολήπτες θα πρέπει να τις ρυθμίσουν ξεχωριστά με τις ρυθμίσεις που ισχύουν για το Δημόσιο και τα Ασφαλιστικά Ταμεία ενώ για τις οφειλές προς Τράπεζες που δεν ρυθμίζονται με τον παρόντα νόμο, θα πρέπει να τις ρυθμίσουν εξωδικαστικά ( 1.Κώδικας Δεοντολογίας των Τραπεζών, 2. διαμεσολάβηση,  3. ελεύθερη διαπραγμάτευση)

Τέλος, δεν ρυθμίζονται οφειλές, για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου.

 

 

Ποιες είναι οι προϋποθέσεις υπαγωγής;

 

  1. Το δάνειο πρέπει να είναι σε καθυστέρηση τουλάχιστον 90 ημερών κατά την 31-12-2018
  2. Το δάνειο πρέπει να έχει εξασφάλιση στη κύρια κατοικία του δανειολήπτη (υποθήκη ή προσημείωση) που βρίσκεται στην Ελλάδα.

Σημείωση:  Ως «κύρια κατοικία» νοείται αυτή που προκύπτει από την τελευταία υποβληθείσα φορολογική δήλωση του αιτούντος.

  1. Το υπόλοιπο της οφειλής να μην υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ευρώ ανά πιστωτή αν στις οφειλές που αιτείται η ρύθμιση τους περιλαμβάνονται και επιχειρηματικά δάνεια. Στα ως άνω ποσά συμπεριλαμβάνονται κεφάλαιο, λογιστικοποιημένοι τόκοι και έξοδα εκτέλεσης.
  2. Η αντικειμενική αξία της κύριας κατοικίας να μην υπερβαίνει τις 250.000 ευρώ και τις 175.000 ευρώ αν στις οφειλές που αιτείται η ρύθμιση τους περιλαμβάνονται και επιχειρηματικά δάνεια.
  3. Το οικογενειακό εισόδημα να μην υπερβαίνει τις 12.500 ευρώ με προσαύξηση κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώμενο μέλος και μέχρι 3 μέλη.

Σημείωση:

Ως «οικογενειακό εισόδημα» νοείται το άθροισμα των εισοδημάτων του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών, μειωμένο κατά τους αναλογούντες φόρους, την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 και το τέλος επιτηδεύματος του άρθρου 31του ν. 3986/2011 (Α` 152). Στο «οικογενειακό εισόδημα» συμπεριλαμβάνονται και τα αφορολόγητα, καθώς και τα αυτοτελώς φορολογούμενα ποσά.

  1. Αν το σύνολο των οφειλών που αιτείται η ρύθμισή τους υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ τότε η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών να μην ξεπερνά τα 80.000 ευρώ (μαζί με τα μεταφορικά μέσα του αιτούντα και του συζύγου).
  2. Οι καταθέσεις, πολύτιμα μέταλλα, νομίσματα κλπ να μην υπερβαίνουν τα 15.000 ευρώ.
  3. Να μην έχει εκδοθεί οριστική απόφαση του νόμου Κατσέλη που απορρίπτει λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος ή που δέχθηκε την αίτηση, ακόμα κι αν ο οφειλέτης εξέπεσε από την ρύθμιση του 3869/2010.

Αν εκδόθηκε τέτοια απόφαση (δόλος ή ύπαρξη επαρκούς περιουσίας), ο δανειολήπτης μπορεί να ασκήσει την αίτηση για υπαγωγή στο νέο νόμο (ν. 4605/2019) μόνο αν πριν την άσκηση της αίτησής του η απόφαση εξαφανίστηκε ή αναιρέθηκε ύστερα από παραδοχή ένδικου μέσου.

Αν όμως η αίτηση του νόμου Κατσέλη απορριφθεί για άλλο λόγο, όπως αοριστία ή λόγω πτωχευτικής ικανότητας, τότε ο δανειολήπτης έχει δικαίωμα να υποβάλλει την αίτηση για υπαγωγή στο νέο νόμο.

 

 

 

Τι θα πετύχω μέσω της ένταξής στο νόμο

Μέσω της ρύθμισης προστατεύεται η κύρια κατοικία και κουρεύεται η οφειλή ανάλογα με την εμπορική αξία της κατοικίας ενώ επιδοτείται από το Ελληνικό Δημόσιο μέρος της μηνιαίας δόσης.

Ειδικότερα, για την προστασία της κύριας κατοικίας, ο δανειολήπτης θα καταβάλλει το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της εμπορικής της αξίας σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%).

Το ποσό πάνω από την  αξία αυτή διαγράφεται. Εννοείται ότι αν η οφειλή είναι χαμηλότερη από το 120% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας ο δανειολήπτης θα πληρώσει ολόκληρη την οφειλή του και όχι κάτι παραπάνω από το ανωτέρω προβλεπόμενο επιτόκιο Euribor + 2% .

Το ανωτέρω ποσό της ρύθμισης καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα 25 ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του δανειολήπτη, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.

 

 

Ποια είναι η διαδικασία

 

Η διαδικασία, διεξάγεται μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδομές της Γ.Γ.Π.Σ. Στην πλατφόρμα παρέχεται πρόσβαση μέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.

Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρμα, με ειδική ένδειξη, ενημερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιμότητά του ή μη, αν δηλαδή μπορεί να υπαχθεί στη ρύθμιση. Αν, παρά την ένδειξη για μη επιλεξιμότητα, ο αιτών υποβάλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρμα εμποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.

Στη περίπτωση δε που η αίτηση απορριφθεί δίνεται η δυνατότητα στον δανειολήπτη να προσφύγει στο Δικαστήριο (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου).

Σημειώνεται ότι η εκπροσώπηση του αιτούντα ή κάθε συμμετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική.

 

 

 

ΣΤΑΔΙΑ -ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

Α.  Ο δανειολήπτης μπορεί να υποβάλλει την αίτηση έως την 31η Δεκεμβρίου 2019.

Σημείωση: Απαγορεύεται η υποβολή δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, ακόμα κι αν με τη δεύτερη αίτηση ζητείται ρύθμιση διαφορετικών οφειλών σε σχέση με την πρώτη ή αν ο αιτών εξέπεσε της ρύθμισης που προέκυψε από την προηγούμενη αίτηση.

Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλματα της αίτησης, τα οποία δεν μπορούν να διορθωθούν με εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μπορεί η αίτηση να διαγραφεί και ταυτόχρονα να επανυποβληθεί.

 

 Β. Μόλις υποβληθεί οριστικά η αίτηση, η πλατφόρμα κοινοποιεί την αίτηση και τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθμιστούν.

Γ.  Μέσα σε έναν μήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής μπορεί να υποβάλλει πρόταση για ρύθμιση της απαίτησής του. Αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή πρότασης, ισχυριζόμενος ότι ο αιτών είναι μη επιλέξιμος, προσδιορίζει τον λόγο της μη επιλεξιμότητας και μεταφορτώνει το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο, αν αυτό υπάρχει.

Οι πιστωτές, συμπεριλαμβανομένων των πιστωτικών ιδρυμάτων, μπορούν να διατυπώσουν προς τον οφειλέτη μία κοινή πρόταση ή τις επιμέρους προτάσεις τους μέσω εκπροσώπου τους. Ως εκπρόσωπος ορίζεται ο εμπραγμάτως ασφαλισμένος δανειστής, ο οποίος προηγείται στην υποθηκική τάξη, και σε κάθε άλλη περίπτωση ο δανειστής με την υψηλότερη απαίτηση.

Δ.  Μέσα σε έναν μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής προτάσεων των πιστωτών, ο αιτών δηλώνει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις αποδέχεται και ποιες απορρίπτει. Αν η προθεσμία παρέλθει άπρακτη, λογίζεται ότι ο αιτών απέρριψε την υποβληθείσα πρόταση ή τις υποβληθείσες προτάσεις. Η αποδοχή της πρότασης από τον αιτούντα επέχει θέση ηλεκτρονικής υπογραφής του αναρτηθέντος σχεδίου σύμβασης.

Με την αποδοχή μίας ή περισσότερων προτάσεων επέρχονται οι συνέπειες της ρύθμισης (δες «συνέπειες ρύθμισης) ως προς τους ρυθμισμένους πιστωτές, ανεξάρτητα από τη μη ρύθμιση των απαιτήσεων των λοιπών πιστωτών.

Σημείωση: Με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον η πρόταση ρύθμισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα, μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.

 

 

Στοιχεία που περιέχει η αίτηση και δικαιολογητικά έγγραφα

  1. Η αίτηση περιέχει:

α) Πλήρη στοιχεία του αιτούντος (ονοματεπώνυμο, πατρώνυμο, ημερομηνία γέννησης, διεύθυνση οικίας και εργασίας, Αριθμό Φορολογικού Μητρώου, Αριθμό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης, Κωδικούς Αριθμούς Δραστηριότητας, αν είναι επιτηδευματίας, τηλέφωνο, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου).

β) Στοιχεία του συζύγου και των εξαρτώμενων μελών του.

γ) Εισοδήματα του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώμενων μελών του από οποιαδήποτε πηγή και αιτία.

δ) Κατάλογο των πιστωτών, με ληξιπρόθεσμες ή μη απαιτήσεις, για τις οποίες έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία, το οφειλόμενο ποσό ανά πιστωτή, την ημερομηνία, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή.

ε) Κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων (ακίνητη περιουσία και καταθέσεις αιτούντα, συζύγου και εξαρτώμενων μελών), στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή.

στ) Πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο), που είναι εγγεγραμμένα στην κύρια κατοικία του αιτούντος.

ζ) Κατάλογο των πιστωτών με οφειλές ανεπίδεκτες ρύθμισης, έκαστος των οποίων έχει απαίτηση ανώτερη των 2.000 ευρώ.

η) Δήλωση του αιτούντος, ότι: αα) δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτησή του κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010 λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναμία πληρωμής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση κατά την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, ββ) οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθμιση, δεν έχουν ρυθμιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007, τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 ή το ν. 4469/2017, ούτε υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισής τους κατά τις διατάξεις αυτές.

  1. Η αίτηση συνυπογράφεται από το σύζυγο και τα εξαρτώμενα μέλη του αιτούντος ή τους νόμιμους αντιπροσώπους τους.
  1. Ο αιτών συνοδεύει υποχρεωτικά την αίτησή του με τα παρακάτω δικαιολογητικά:

α) πιστοποιητικό βαρών της κύριας κατοικίας από το αρμόδιο Υποθηκοφυλακείο ή αντίγραφο του κτηματολογικού φύλλου αυτής,

β) αν ο οφειλέτης ή ο σύζυγός του είναι κύριος ή επικαρπωτής γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού, για το οποίο δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., συμπληρωμένο έντυπο υπολογισμού αξίας γηπέδου, υπογεγραμμένο από συμβολαιογράφο.

Ο αιτών μπορεί επίσης να συνοδεύει την αίτησή του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, τα οποία θεωρεί σημαντικά για την επιτυχία της διαδικασίας.

  1. Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης:

α) δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε1),

β) κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε3) του τελευταίου έτους,

γ) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9),

δ) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους,

ε) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,

στ) κινητά περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, αεροσκάφη, πλοία, σκάφη) του αιτούντος, που αναφέρονται στο έντυπο Ε1 του τελευταίου φορολογικού έτους.

Τα έγγραφα της παρούσας παραγράφου αντλούνται αυτόματα εκκινώντας από την τελευταία διαθέσιμη έκδοσή τους, εφόσον δεν έχει παρέλθει η αντίστοιχη προθεσμία υποβολής τους βάσει της κείμενης νομοθεσίας. Μετά την παρέλευση των προβλεπόμενων προθεσμιών η αυτόματη άντληση των εγγράφων, εκκινεί από την τελευταία έκδοση για την οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής.

  1. Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόματα από τα πιστωτικά ιδρύματα:

 

α) στοιχεία αναφορικά με τις απαιτήσεις προς πιστωτικά ιδρύματα, οι οποίες είναι επιδεκτικές ρύθμισης, το οφειλόμενο ποσό ανά πιστωτή, την ημερομηνία, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή,

β) στοιχεία αναφορικά με καταθέσεις και χρηματοπιστωτικά προϊόντα του τηρούνται στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα καθώς και την εκτιμώμενη αξία τους,

γ) τα στοιχεία βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος που βρίσκονται στη διάθεσή τους.

Αν τα δικαιολογητικά των παραγράφων 4 και 5 δεν ανακτηθούν αυτόματα από τις αντίστοιχες βάσεις δεδομένων για οποιονδήποτε λόγο, τότε υποβάλλονται από τον αιτούντα.

  1. Άρση φορολογικού και Τραπεζικού απορρήτου

Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία, ο αιτών παρέχει άδεια στους συμμετέχοντες πιστωτές και στο Δημόσιο για πρόσβαση, επεξεργασία και διασταύρωση των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της συνολικής διαδικασίας. Η άδεια του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.δ. 1059/1971 (Α` 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α` 170). Η άρση του τραπεζικού απορρήτου του προηγούμενου εδαφίου αφορά χρονική περίοδο, η οποία εκκινεί πέντε (5) έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλαμβάνει ο αιτών με τη συναινετική ή δικαστική ρύθμιση. Η άρση του φορολογικού απορρήτου κατά το δεύτερο εδάφιο αφορά χρονική περίοδο, η οποία εκκινεί πέντε (5) έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθμισης ή την αμετάκλητη περάτωση της δίκης για την δικαστική ρύθμιση της οφειλής (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου»). Έναντι του Δημοσίου η άρση του απορρήτου εκτείνεται σε όλη τη χρονική διάρκεια της ρύθμισης.

 

Υπάρχει προστασία της περιουσίας μου όσο διαρκεί η διαδικασία;

 

  1. Από την κοινοποίηση της αίτησης προς τους πιστωτές, αφού προηγουμένως οφειλέτης έχει κριθεί επιλέξιμος κατά τον προέλεγχο επιλεξιμότητας, και μέχρι τη λήξη της προθεσμίας των 15 εργασίμων ημερών για την άσκηση αίτησης στο δικαστήριο για τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου»), αναστέλλεται αυτοδικαίως κάθε πλειστηριασμός της κύριας κατοικίας του αιτούντος. Η αναστολή της παρούσας παραγράφου αντιτάσσεται στο σύνολο των πιστωτών του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα. Έναντι των πιστωτών, που δεν περιλαμβάνονται στην αίτηση, η αναστολή της παρούσας παραγράφου αρχίζει να ισχύει από τη μεταγραφή ή την καταχώριση της αίτησης στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας.
  1. Ο δικαστής του πρωτοβάθμιου ή του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεμεί η αίτηση για δικαστική ρύθμιση (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου») , μπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ύστερα από σχετικό αίτημα, να εκδώσει υπέρ του αιτούντος, που κρίθηκε επιλέξιμος, αλλά για οποιονδήποτε λόγο δεν ρύθμισε συναινετικά μία ή περισσότερες οφειλές του, προσωρινή διαταγή, με την οποία παρατείνεται η αναστολή της παραγράφου 1 μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Η προσωρινή διαταγή της παρούσας παραγράφου εκδίδεται εφόσον πιθανολογείται ότι η αίτηση είναι βάσιμη, καθώς και ότι, μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης η κύρια κατοικία του αιτούντος θα έχει πλειστηριαστεί.

Αν ο πιστωτής παρέλειψε να υποβάλει πρόταση, χωρίς να επικαλεστεί μη επιλεξιμότητα του αιτούντα, η προσωρινή διαταγή χορηγείται υπό τον όρο καταβολής του ημίσεος της τελευταίας ενήμερης δόσης πριν την άσκηση της αίτησης για τη συναινετική ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας.

Αν ο αιτών δεν αποδέχτηκε την πρόταση του πιστωτή, η προσωρινή διαταγή χορηγείται υπό τον όρο καταβολής της μηνιαίας δόσης που όριζε η απορριφθείσα πρόταση. Αν το αίτημα χορήγησης προσωρινής διαταγής περιέχεται σε εμπρόθεσμη αίτηση για δικαστική ρύθμιση (βλέπε «τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου») , τότε μέχρι τη συζήτησή του η αναστολή της παραγράφου 1 παρατείνεται αυτοδικαίως. Το δικαστήριο μπορεί να ανακαλέσει την προσωρινή διαταγή οποτεδήποτε. Εάν ο αιτών καταστεί υπερήμερος ως προς τις μηνιαίες καταβολές που ορίζει το δικαστήριο σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά την αξία τριών (3) μηνιαίων δόσεων, τότε η προσωρινή διαταγή καθίσταται ανίσχυρη για το μέλλον και ο δανειστής ανακτά το δικαίωμα να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση.

  1. Ο αιτών που κρίθηκε μη επιλέξιμος μπορεί να αναστείλει τον πλειστηριασμό της κύριας κατοικίας του, σύμφωνα με το άρθρο 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Το άρθρο 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δεν εφαρμόζεται.
  1. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου συνεπάγεται αυτοδίκαια την απαγόρευση της διάθεσης ή της επιβάρυνσης της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
  1. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου δεν εμποδίζει την επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων στην κύρια κατοικία του αιτούντος, αρκεί να μην πραγματοποιηθεί πλειστηριασμός, ούτε τη λήψη μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών μέτρων στην υπόλοιπη περιουσία του οφειλέτη, ούτε την άσκηση αγωγής ή την έκδοση διαταγής πληρωμής για τις απαιτήσεις, των οποίων ζητείται η ρύθμιση.

 

 

 

 

 

Ποιες είναι οι συνέπειες της ρύθμισης;

Η πρόταση ρύθμισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον δανειολήπτη αποτελεί εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντα πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει της ρύθμισης (δες «πότε χάνεται η ρύθμιση»). Ο ενδιαφερόμενος πιστωτής δικαιούται να καταθέσει αντίγραφο της γενόμενης αποδεκτής ρύθμισης στο Ειρηνοδικείο της κατοικίας του αιτούντος. Ο εκτελεστήριος τύπος δίνεται από τον ειρηνοδίκη του τόπου της προστατευόμενης κύριας κατοικίας.

Συνέπειες ρύθμισης

  1. Μετά την επίτευξη συναινετικής ή δικαστικής ρύθμισης με τουλάχιστον έναν πιστωτή, δεν επιτρέπεται σε οποιοδήποτε πιστωτή του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, η λήψη ασφαλιστικών μέτρων επ` αυτής, η εγγραφή υποθήκης ή η τροπή προσημείωσης υποθήκης σε υποθήκη.
  1. Οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1 δεν ισχύουν για τους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ήταν επιδεκτικές ρύθμισης, τελικά όμως, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ρυθμίστηκαν, συναινετικά ή δικαστικά. Στις περιπτώσεις αυτές όλοι οι πιστωτές, ακόμη και όσοι ρύθμισαν τις απαιτήσεις τους, μπορούν να αναγγελθούν για το σύνολο των απαιτήσεών τους.
  1. Μη επιδεκτικοί ρύθμισης πιστωτές του ιδιωτικού τομέα μπορούν να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση μόνο μετά από άδεια, που χορηγείται από το Ειρηνοδικείο του τόπου της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, με τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η άδεια χορηγείται μόνο αν η υπόλοιπη ρευστοποιήσιμη περιουσία του οφειλέτη δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του συνόλου των πιστωτών, εκτός εάν ο πιστωτής έχει εμπράγματη ασφάλεια στην κύρια κατοικία, που εγγράφηκε πριν την υποβολή της αίτησης. Ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει παροχή προθεσμίας έως δύο ετών, στην οποία καταβάλλει σε ισόποσες άτοκες μηνιαίες δόσεις το ποσό που θα λάμβανε ο αιτών πιστωτής σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτής μπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση, μόνο αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήμερος ως προς την καταβολή του ποσού αυτού.
  1. Με τη συναίνεση του αιτούντος, μπορεί να εγγραφεί υποθήκη ή προσημείωση υποθήκη για απαίτηση που γεννιέται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης. Για τον πιστωτή αυτό δεν ισχύουν οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1.
  1. Αν ο αιτών αποβιώσει πριν την ολοκλήρωση της ρύθμισης, τότε η ρύθμιση διακόπτεται, εκτός αν συμβλήθηκε εγγυητής. Αν ο κληρονόμος χρησιμοποιεί την κληρονομιαία κύρια κατοικία ως δική του κύρια κατοικία και πληροί τα ίδια κριτήρια επιλεξιμότητας του νόμου κατά το χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, μπορεί να ζητήσει τη συνέχιση της ρύθμισης και την εκ νέου χορήγηση της συνεισφοράς του Δημοσίου, ακόμα και μετά την πάροδο της προθεσμίας που ορίζει ο νόμος, δηλαδή μετά την 31η Δεκεμβρίου 2019.

 

 

 

Τι θα συμβεί με την υπόλοιπη περιουσία μου πλέον της κύριας κατοικίας

 

Η πρόταση ρύθμισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, δυνάμει του οποίου μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντα πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει της ρύθμισης.

 

Πότε χάνεται η ρύθμιση

 

 

Αν ο δανειολήπτης καταστεί υπερήμερος ως προς τις μηνιαίες καταβολές της συναινετικής ή της δικαστικής ρύθμισης, με συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά την αξία τριών (3) μηνιαίων δόσεων, ο θιγόμενος πιστωτής δικαιούται, με εκτελεστό τίτλο τη συναινετική ρύθμιση ή την απόφαση της δικαστικής ρύθμισης, να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση ακόμη και στην κύρια κατοικία του αιτούντα. Κατά παρέκκλιση της παρ. 1 του άρθρου 926 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, το χρονικό διάστημα, που πρέπει να μεσολαβεί μεταξύ της επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της κατάσχεσης, ανέρχεται σε τριάντα (30) ημερολογιακές μέρες. Κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία επισπεύδεται κατά το παρόν άρθρο, επιτρέπονται όλα τα ένδικα βοηθήματα που προβλέπονται κατά την κείμενη νομοθεσία.

 

 

 

 

 

 

Επιδότηση μηνιαίας δόσης από το Ελληνικό Δημόσιο

Το Ελληνικό Δημόσιο συνεισφέρει μέρος της μηνιαίας δόσης προς τις Τράπεζες ανάλογα με το εισόδημα της οικογένειας και τον αριθμό των εξαρτώμενων μελών.

Για να συνεισφέρει το Δημόσιο, πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης και το συμφωνηθέν σχέδιο ρύθμισης να είναι σύμφωνο με τους όρους προστασίας της κύριας κατοικίας.

Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση.

Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει μεταρρύθμιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς, προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά.

Η συνεισφορά καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη.

Η συνεισφορά του Δημοσίου δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται.

Η συνεισφορά του Δημοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο. Αν ο δικαιούχος δεν καταβάλει εγκαίρως το ποσό που βαρύνει τον ίδιο, ο θιγόμενος πιστωτής υποχρεούται να ενημερώσει, εγγράφως ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το αργότερο μέσα σε έναν (1) μήνα από τότε που ο αιτών καταστεί υπερήμερος (αθροιστικά 3 μήνες καθυστέρηση), το όργανο που είναι αρμόδιο να αποφασίζει για τη συνεισφορά του Δημοσίου. Αν ο πιστωτής παραλείψει την ενημέρωση του προηγούμενου εδαφίου και ασκηθούν από τον πιστωτή τα δικαιώματα του άρθρου 80, τότε ο πιστωτής υποχρεούται να επιστρέψει στο Δημόσιο με τον νόμιμο τόκο της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α` 170) τα ποσά που αυτό κατέβαλε από το χρόνο κατά τον οποίο ο πιστωτής όφειλε να είχε ενημερώσει το Δημόσιο.

Καθυστέρηση του Δημοσίου να καταβάλει την εγκριθείσα συνεισφορά μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα (9) μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.

Αν ο οφειλέτης εκπέσει της ρύθμισης ως προς οποιονδήποτε πιστωτή, το Ελληνικό Δημόσιο αναζητά από τον οφειλέτη όλα τα ποσά που κατέβαλε κατά το παρόν άρθρο.

 

Σημείωση: Για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.

 

 

 

Τι μπορώ να κάνω αν απορριφθεί η αίτησή μου

  1. Αν απορριφθεί η αίτηση που υπέβαλε οριστικά, ο δανειολήπτης μπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του με τους ίδιους όρους που προβλέπονται στη ρύθμιση μέσω της πλατφόρμας, αν δεν κρίθηκε επιλέξιμος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιμος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συμφωνία με έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.
  1. Αρμόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.
  1. Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται κατ` απόλυτη προτεραιότητα μέσα σε έξι μήνες από την κατάθεσή της, ακόμα και καθ` υπέρβαση του προβλεπόμενου αριθμού οριζόμενων υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως αυτός καθορίζεται από τον Κανονισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του οικείου Ειρηνοδικείου. Η απόφαση εκδίδεται μέσα σε τρεις (3) μήνες από τη συζήτηση.
  1. Η αίτηση της παραγράφου 1 ασκείται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την έκδοση βεβαίωσης περί απόρριψης της αίτησης ή την παράλειψη ή άρνηση να υποβάλλουν πρόταση ή την απόρριψη της τελευταίας πρότασης πιστωτή από τον αιτούντα.

Στην προθεσμία του προηγούμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται το χρονικό διάστημα από 1η έως 31η Αυγούστου.

  1. Η αίτηση στρέφεται κατά των πιστωτών, με τους οποίους δεν επιτεύχθηκε συναινετική ρύθμιση.
  1. Με την αίτηση ο αιτών συνυποβάλλει στη γραμματεία του αρμόδιου Ειρηνοδικείου εκτυπωμένο όλο το υλικό που μεταφορτώθηκε στην πλατφόρμα, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης της επιλεξιμότητας και της συναινετικής ρύθμισης.
  1. Η αίτηση μεταφορτώνεται, επί ποινή απαραδέκτου, μέσα σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες από την κατάθεσή της, στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, μέσω της οποίας κοινοποιείται στους συμμετέχοντες πιστωτές. Η κοινοποίηση του προηγούμενου εδαφίου επέχει θέση επίδοσης στους πιστωτές. Αν μεταξύ των διαδίκων πιστωτών περιλαμβάνονται ιδιώτες, οι οποίοι δεν έχουν κοινοποιήσει στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, ο αιτών επιδίδει μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεση αντίγραφο της αίτησης σε αυτούς και μεταφορτώνει στην πλατφόρμα το αποδεικτικό επίδοσης.
  1. Το δικαστήριο καθορίζει ενιαίο σχέδιο ρύθμισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται η αίτηση. Από το ποσό του 120% της εμπορικής αξίας της κύριας κατοικίας αφαιρείται το συνολικό ποσό, που καταβλήθηκε σε συμμόρφωση προς την προσωρινή διαταγή. Η απόφαση δεν θίγει τις ρυθμίσεις που επιτεύχθηκαν συναινετικά.

Αν το δικαστήριο κρίνει τον αιτούντα ως μη επιλέξιμο, απορρίπτει την αίτηση και επιβάλλει την ποινή του άρθρου 205 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, η οποία στην περίπτωση αυτή ισούται με το πέντε τοις εκατό (5%) της συνολικής οφειλής, της οποίας ζητήθηκε η ρύθμιση, δεν μπορεί όμως να είναι κατώτερη των 1.500 ευρώ ούτε να υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ.

  1. Η απόφαση συνιστά τίτλο εκτελεστό ως προς τις καταβολές που ορίζει, δυνάμει του οποίου μπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντος πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει της ρύθμισης.
  1. Με επιμέλεια της γραμματείας του δικαστηρίου η απόφαση μεταφορτώνεται στην ηλεκτρονική πλατφόρμα. Με επιμέλεια οποιουδήποτε έχει έννομο συμφέρον η απόφαση μεταγράφεται στο βιβλίο μεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηματολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.

 

 

 

Με συμφέρει ο νέος νόμος ή είναι καλύτερα να ρυθμίσω εξωδικαστικά τα δάνειά μου απευθείας με τις Τράπεζες

 

Το νέο πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας είναι σίγουρα ωφέλιμο για όσους έχουν μικρές οφειλές και μόνο μια κατοικία. Εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που αναλύθηκαν ανωτέρω τότε σίγουρα η επιδότηση της μηνιαίας δόσης από το Ελληνικό Δημόσιο και η διαγραφή του χρέους από το ποσό που ξεπερνά το 120 % της εμπορικής αξίας της κατοικίας του δανειολήπτη και πάνω είναι τα δύο βασικά κίνητρα για να υπαχθεί κάποιος στη ρύθμιση.

Όσοι όμως έχουν περιουσία η οποία είναι σημαντικής αξίας ενδεχομένως να πρέπει να επιλέξουν την εξωδικαστική ρύθμιση απευθείας με τις τράπεζες αφού είναι ο μόνος τρόπος να διασώσουν το σύνολο της περιουσίας τους και να αποφύγουν τη μακροχρόνια δέσμευση μέσω της διαδικασίας της επανεξέτασης ετησίως των οικονομικών τους δεδομένων αλλά και τον κίνδυνο ρευστοποίησης της υπόλοιπης περιουσίας τους.

Αν κάποιος ήθελε να κωδικοποιήσει τις σημαντικότερες διαφορές ανάμεσα στην εξωδικαστική ρύθμιση και τη ρύθμιση του νέου πλαισίου προστασίας της κύριας κατοικίας θα σημείωνε τα εξής;

Με την εξωδικαστική ρύθμιση μπορείς να σώσεις όλη την ακίνητη περιουσία

Με την πλατφόρμα μόνο την κύρια κατοικία

Και στις δύο ρυθμίσεις πληρώνεις συνολικά  περίπου την εμπορική αξία του ακινήτου (120% στη πλατφόρμα)

Στην εξωδικαστική ρύθμιση, εφόσον χάσεις τη ρύθμιση, μπορείς να αμυνθείς δικαστικά, στην πλατφόρμα όχι.

Στην εξωδικαστική ρύθμιση δεν προβλέπεται επιδότηση της μηνιαίας δόσης όπως στη πλατφόρμα

Στη πλατφόρμα γίνεται άρση φορολογικού και τραπεζικού απορρήτου

Η προθεσμία υποβολής αίτησης στη πλατφόρμα είναι μέχρι το τέλος του 2019

Στη πλατφόρμα δεν υπάρχει καθολική ρύθμιση, το ίδιο και στην εξωδικαστική

Η πλατφόρμα είναι σίγουρα επωφελής για νοικοκυριά με μικρές οφειλές και χαμηλά εισοδήματα

Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν:

  • όσοι έχουν κόκκινο δάνειο από τις αρχές του 2019 και μετά, πρέπει το δάνειο να είναι ληξιπρόθεσμο για τουλάχιστον 90 ημέρες μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2018.
  • Όσοι έχουν σταματήσει να πληρώνουν τα δάνειά τους εδώ και καιρό αφού το όριο των 130.000 για στεγαστικά και 100.000 για επιχειρηματικά συμπεριλαμβάνει τόκους και έξοδα.
  • Δεν ρυθμίζονται δάνεια με εγγύηση του ελληνικού Δημοσίου.
  • Όσοι έχουν απορριφθεί από το νόμο Κατσέλη λόγω δολιότητας, ή λόγω επαρκούς περιουσίας, όσοι έχουν υπαχθεί και όσοι έχουν υπαχθεί αλλά εκπέσει της ρύθμισης.
  • Επίσης, δεν ρυθμίζονται δάνεια που έχουν ρυθμιστεί σύμφωνα με τα άρθρα 99 επ. του Ν. 3588/2007 (Πτωχευτικός Κώδικας) τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 (νόμος Δένδια) ή το 4469/2017 (εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων), ούτε υπάρχει εκκρεμής αίτηση ρύθμισης τους κατά τις διατάξεις αυτές.

Οφειλές προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης

Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να γίνει μέχρι την 30η Σεπτεμβρίου 2019.

 

Ποιοι υπάγονται

Υπάγονται το σύνολο των νομικών και φυσικών προσώπων, ανεξάρτητα από την ύπαρξη εμπορικής ιδιότητας, τη διακοπή της επιχειρηματικής δραστηριότητας ή την αλλαγή ιδιότητας, λόγω της οποίας δημιουργήθηκε η οφειλή.

Έτσι, στη ρύθμιση υπάγονται και οφειλές λόγω παλαιότερης άσκησης εμπορικής δραστηριότητας, ακόμη και αν ο οφειλέτης προχώρησε σε διακοπή της δραστηριότητας στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.  και σε διαγραφή από την ασφάλιση του αρμόδιου ασφαλιστικού φορέα.

Ποιες οφειλές ρυθμίζονται

Στη ρύθμιση υπάγεται το σύνολο των οφειλών προς Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (ΦΚΑ) που δημιουργήθηκαν έως και 31/12/18.

Περαιτέρω, μπορούν να υπαχθούν προς ρύθμιση, κατόπιν επιλογής, και οι ρυθμισμένες οφειλές μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών των επιχειρήσεων (ν. 4469/2017).  Στη περίπτωση αυτή, οι οφειλές αυτές υπάγονται αυτοτελώς στη νέα ρύθμιση χωρίς να επηρεάζονται οι όροι της ρύθμισης ως προς τους άλλους πιστωτές (τράπεζες, ιδιώτες, Δ.Ο.Υ κλπ).

Αν εκκρεμεί η σχετική διαδικασία, η υπαγωγή στη νέα ρύθμιση είναι δυνατή με τροποποίηση μόνο των σχετικών στοιχείων της  οφειλής προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στην αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση του εξωδικαστικού μηχανισμού (ν. 4469/2017).

Τέλος, δεν ρυθμίζονται οφειλές που έχουν ρυθμιστεί με το νόμο Κατσέλη.

Ειδικότερα τι ισχύει για τους μη μισθωτούς ασφαλισμένους     

Πρόκειται για οφειλές ασφαλισμένων που δημιουργήθηκαν έως και  31/12/2018 προς τον πρώην ΟΑΕΕ, το πρώην ΕΤΑΑ και το πρώην ΕΤΑΠ – ΜΜΕ, για το σύνολο των κλάδων ασφάλισης στους οποίους αφορά η οφειλή (κύρια και επικουρική ασφάλιση, υγειονομική περίθαλψη και εφάπαξ), ενώ συμπεριλαμβάνεται και η εισφορά υπέρ ΟΑΕΔ.

Δίνεται η δυνατότητα επανυπολογισμού της κύριας οφειλή που δημιουργήθηκε για το διάστημα από 1/1/2002 έως  και 31/12/2016, ανάλογα προς τον κλάδο ασφάλισης στον οποίο αφορά, σύμφωνα με ποσοστά υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών του ν. 4387/2016, με βάσει υπολογισμού το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ίσχυε κατά την 31-12-2018, ήτοι το ποσό των 586,08 ευρώ.

Η δυνατότητα αυτή παρέχεται μόνο κατόπιν επιλογής του οφειλέτη, ο οποίος διατηρεί το δικαίωμα να ρυθμίσει την υφιστάμενη οφειλή του, δίχως επανυπολογισμό.

Παρέχεται έκπτωση 85% σε προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη, τόκους ενώ η συνολική οφειλή που προκύπτει, βάσει του επανυπολογισμού, αποπληρώνεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις 120, ενώ το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 50 ευρώ.

Τι ισχύει για οφειλές προς ΟΓΑ      

Το σύνολο των οφειλών που δημιουργήθηκαν έως και  31/12/2018 μπορούν να υπαχθούν στην  εν λόγω ρύθμιση.

Παρέχεται έκπτωση 100%  σε προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους ενώ η συνολική οφειλή που προκύπτει, αποπληρώνεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις 120, ενώ το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.

Τι ισχύει για οφειλές εργοδοτών    

Το σύνολο των οφειλών των εργοδοτών από την απασχόληση εργαζομένων που δημιουργήθηκαν έως και  31/12/2018 μπορούν να υπαχθούν στην  εν λόγω ρύθμιση.

Πρόκειται για οφειλές λόγω μη καταβολής οφειλόμενων εισφορών τόσο από την απασχόληση εργαζομένων υπαγόμενων στην ασφάλιση του πρώην ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, τόσο και από την απασχόληση μισθωτών ιατρών, μηχανικών κλπ.

Στη περίπτωση εφάπαξ καταβολής της κύριας οφειλής παρέχεται έκπτωση 100%  σε προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους.

Σε περίπτωση τμηματικής καταβολής της κύριας οφειλής παρέχεται έκπτωση 50%  σε προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους.

Στη κύρια οφειλή δεν παρέχεται έκπτωση.

Η ρυθμιζόμενη οφειλή, αποπληρώνεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις 120, ενώ το ελάχιστο ποσό της μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 30 ευρώ.

Ποια είναι η διαδικασία

Δικαίωμα υποβολής της αίτησης παρέχεται μόνο μια φορά ανά οφειλέτη.

Η αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να γίνει μέχρι την 30η Σεπτεμβρίου 2019.

Υποβάλλεται μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας, ενώ κατ’ εξαίρεση, όπου υπάρχει αδυναμία πιστοποίησης στην ηλεκτρονική πλατφόρμα, η αίτηση υποβάλλεται στις αρμόδιες υπηρεσίες του ΚΕΑΟ.

Για τους μη μισθωτούς και τους οφειλέτες του ΟΓΑ, η διαδικασία περιλαμβάνει δύο στάδια.

Στο πρώτο στάδιο ζητείται ο προσδιορισμός της οφειλής μέσω της πλατφόρμας του ΕΦΚΑ και ειδικά για τους μη μισθωτούς προβλέπεται και η δυνατότητα επανυπολογισμού της οφειλής.  Έτσι, στους οφειλέτες που επιλέγουν τον επανυπολογισμό της οφειλής, παρέχεται ενημέρωση για το ύψος της οφειλής, όπως διαμορφώνεται πριν και μετά τον επανυπολογισμό.

Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου υποβάλλεται αίτηση για την υπαγωγή στη ρύθμιση μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.

Για τις οφειλές εργοδοτών η αίτηση υποβάλλεται απευθείας μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας του ΚΕΑΟ.

Θετικά ρύθμισης

  • Η ρύθμιση κληρονομείται. Αν ο οφειλέτης αποβιώσει πριν την ολοκλήρωση της ρύθμισης, η ρύθμιση συνεχίζεται από τους κληρονόμους του.
  • Χορήγηση ασφαλιστικής ενημερότητας διμηνιαίας χρήσης.
  • Αναστολή αναγκαστικών μέτρων και αναστολή της συνέχισης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί της κινητής και ακίνητης περιουσίας του οφειλέτη.
  • Αναστολή ποινικής δίωξης σε βάρος του οφειλέτη για το αδίκημα της μη καταβολής εργατικών και εργοδοτικών εισφορών και αναστολή εκτέλεσης ποινών.

Πότε χάνεται η ρύθμιση

Η ρύθμιση χάνεται εάν δεν καταβληθούν δύο δόσεις ή αν δεν καταβληθούν βεβαιωμένες οφειλές που δημιουργήθηκαν μετά την 1.1.2019.

Οφειλές  προς τη Φορολογική Διοίκηση

 

Η αίτηση για την υπαγωγή πρέπει να γίνει μέχρι την 30η Σεπτεμβρίου 2019

Ποιοι υπάγονται;

Υπάγονται φυσικά και νομικά πρόσωπα ή οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα καθώς και νομικά πρόσωπα ή οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Ποιες οφειλές ρυθμίζονται;

Βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ., τα Ελεγκτικά Κέντρα και τα Τελωνεία, σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α` 170), τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν.δ. 356/1974, Α` 90, Κ.Ε.Δ.Ε.), τον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα (ν. 2960/2001, Α` 265) και τον Ενωσιακό Τελωνειακό Κώδικα (Καν. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου), εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31.12.2018 και έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/ Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση.

Με ποιο τρόπο ρυθμίζονται;

Ρυθμίζονται κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, με καταρχήν άπαξ απαλλαγή ποσοστού δέκα τοις εκατό (10%) από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή, σε:

α) έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα ή οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και

β) σε έως και τριάντα έξι (36) δόσεις, για τα νομικά πρόσωπα ή οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα

Ειδικότερα τι ισχύει για τα φυσικά πρόσωπα

α. Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης 30 ευρώ.

Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.

Για τμήμα εισοδήματος:

αα) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),

ββ) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),

γγ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),

δδ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),

εε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),

στστ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),

ζζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),

ηη) πάνω από 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).

Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, όπως αυτά ορίζονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 11 του ν. 4172/2013, ως εξής:

αα) κατά μία (1) μονάδα για ένα (1) τέκνο,

ββ) κατά δύο (2) μονάδες για δύο (2) τέκνα,

γγ) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία (3) τέκνα και άνω.

Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παραγράφου 2.

β. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παραγράφου 2. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.

γ. Εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:

αα) για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό (20%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

ββ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων τριάντα τοις εκατό (30%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

γγ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων σαράντα τοις εκατό (40%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

δδ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων πενήντα τοις εκατό (50%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

εε) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εξήντα τοις εκατό (60%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

στστ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εβδομήντα τοις εκατό (70%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

ζζ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ογδόντα τοις εκατό (80%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1,

ηη) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ενενήντα τοις εκατό (90%), χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού απαλλαγής του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1 και

θθ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

δ. Ο αριθμός των δόσεων που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, για τα πρόσωπα της περίπτωσης Α της παραγράφου 1, δεν μπορεί να είναι μικρότερος των δεκαοκτώ (18), με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 2. Για το ποσοστό απαλλαγής τόκων και προσαυξήσεων λαμβάνεται υπόψη ο αριθμός των δόσεων, όπως καθορίζεται σύμφωνα με την περίπτωση γ`, πριν την εφαρμογή των οριζομένων στο προηγούμενο εδάφιο.

Ειδικότερα τι ισχύει για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

 Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παραγράφου

  1. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του νομικού προσώπου/οντότητας κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολ- λαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στην υποπερίπτωση α` της περίπτωσης Α.

Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τους περιορισμούς της υποπερίπτωσης δ` της περίπτωσης Α` της παρούσας παραγράφου και της παραγράφου 2. Εάν ο οφειλέτης επιλέξει να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση, εφαρμόζονται τα οριζόμενα στην υποπερίπτωσης γ` της περίπτωσης Α` της παρούσας παραγράφου.

Αν οι ανωτέρω οφειλέτες έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.

Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017,

με την εξαίρεση των νομικών προσώπων που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, για τα οποία ως τελευταίο έτος της πενταετίας, θεωρείται το φορολογικό έτος διακοπής εργασιών.

Ειδικότερα τι ισχύει για τα νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα:

Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εικοσιτέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις και κατ` εξαίρεση σε έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης των 30 ευρώ.

Ειδικότερα:

α. Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως και εικοσιτέσσερις (24) δόσεις:

αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και έξι (6) μηνιαίες δόσεις,

γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,

δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,

εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως και είκοσι δύο (22) μηνιαίες δόσεις.

β. Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως και τριάντα έξι (36) δόσεις:

αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,

ββ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως και έξι (6) μηνιαίες δόσεις,

γγ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως και δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,

δδ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως και δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,

εε) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό σαράντα τοις εκατό (40%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως και είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις,

στστ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε είκοσι πέντε (25) έως και τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις.

Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.

γ. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες σε έως και είικοσι τέσσερις (24) και άλλες σε έως και τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται διακριτά.

«δ. Κατ εξαίρεση, για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με ακαθάριστα έσοδα κατά το φορολογικό έτος 2017 έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ, χορηγείται αποκλειστικά δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτ. Β της παρούσας παραγράφου και υπό τους εκεί προβλεπόμενους όρους και προϋποθέσεις. Αν οι οφειλέτες του προηγούμενου εδαφίου έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως ακαθάριστα έσοδα για την εφαρμογή του πρώτου εδαφίου λαμβάνονται υπόψη τα ακαθάριστα έσοδα του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών.».

δ. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017, με την εξαίρεση των νομικών προσώπων που έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, για τα οποία ως τελευταίο έτος της πενταετίας θεωρείται το φορολογικό έτος διακοπής εργασιών.

*** Η υποπερ.δ΄της περ.Γ` αναριθμήθηκε σε περ.ε΄και η νέα περίπτωση δ΄προστέθηκε

με το άρθρο πέμπτο παρ.1 εδάφ.α` της  από 27.6.2019 ΠΝΠ,ΦΕΚ Α 106/27.6.2019,

με το εδάφιο β΄της παρ.1  του αυτού άρθρου ορίζεται ότι: «β. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα με ακαθάριστα έσοδα κατά το φορολογικό έτος 2017 έως δύο εκατομμύρια (2.000.000) ευρώ, που κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας πράξης έχουν ήδη υπαγάγει τις οφειλές τους σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως τριάντα έξι (36) δόσεις κατά τις διατάξεις της περίπτ. Γ της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, μπορούν να ζητήσουν τη ρύθμιση των οφειλών τους σύμφωνα με την υποπερίπτ. δ της περιπτ. Γ της παρ. 1 του άρθρου 98 του ν. 4611/2019, όπως προστίθεται με την παρ. 1.α του παρόντος άρθρου. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων μπορεί να ορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου».

Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και τις 31.12.2018 οφειλών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων και Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.

Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση

 

  1. Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε πέντε εκατοστιαίες μονάδες (5%), ετησίως υπολογισμένο. Κατ` εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
  1. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δύο εκατοστιαίες μονάδες (2%).

Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση προαιρετικά

 

Στη ρύθμιση δύνανται επίσης να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές της παραγράφου 1 του άρθρου 98, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της υποπαραγράφου Α.2 της παραγράφου Α` του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α` 107), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Α` 170) ή ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παραγράφου 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (Α` 238), η οποία είναι σε ισχύ «, καθώς και οφειλές που βεβαιώνονται μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε ρύθμιση και αφορούν σε υποχρεώσεις ετών, υποθέσεων και περιόδων μέχρι και 31.12.2018».

Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές που έχει ευθύνη καταβολής. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων υπάγονται για τις οφειλές αυτές στο πρόγραμμα ρύθμισης που δύναται να χορηγηθεί στα νομικά πρόσωπα.

 Πότε χάνεται η ρύθμιση

Η ρύθμιση χάνεται, εάν ο οφειλέτης:

α) δεν καταβάλλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,

β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ` όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή,

γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ` όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος Μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.

δ) υποπέσει σε φορολογικές παραβάσεις των περιπτώσεων ί, ιά, ιβ΄, ιέ ή ιστ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 54 ή της παραγράφου 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ΄ υποτροπή. Ως υποτροπή νοείται η διαπίστωση με την έκδοση πράξης υποβολής προστίμου εκ νέου διάπραξης οποιασδήποτε παράβασης εκ των ως άνω αναφερομένων από την ένταξη του φορολογούμενου στη ρύθμιση και εφεξής.

 

Θετικά της ρύθμισης

Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4174/2013,

β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα και

γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.

 Δικαιώματα του Δημοσίου

Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,

β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπράγματου δικαιώματος επ` αυτού στα πρόσωπα της προηγούμενης υποπερίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 4174/2013,

γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του K.EAE..

Ποιες οφειλές εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:

 

α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (Α` 32) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α` 237), η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α` 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.

γ) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία.

δ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 22 του ν. 4002/2011 (Α` 180) και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνα-νται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.

«Ο ΟΔΙΚΟΣ ΧΑΡΤΗΣ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ αποτελεί πνευματικό δικαίωμα του δικηγόρου Δημήτρη Αναστασόπουλου και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών. Δεν επιτρέπεται η αναπαραγωγή του ΟΔΙΚΟΥ ΧΑΡΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ χωρίς την γραπτή άδεια του δικηγόρου Δημήτρη Αναστασόπουλου και του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών»


Απαλλακτική ρήτρα – Αποποίηση Ευθυνών

Οι πληροφορίες που διατίθενται στον ΟΔΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΟΦΕΙΛΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ αποτελούν μια προσφορά υπηρεσίας και δεν αντικαθιστούν την παροχή συμβουλών σε προσωπικό επίπεδο. Η περιήγηση, η πρόσβαση ή η χρήση της συγκεκριμένης ιστοσελίδας και των όποιων υπηρεσιών διατίθενται μέσω αυτής αποτελεί τεκμήριο ότι έχετε μελετήσει, κατανοήσει και αποδεχτεί όλους τους όρους χρήσης. Για το λόγο αυτό καλείστε να διαβάζετε εκ των προτέρων, προσεκτικά, το περιεχόμενό τους. Σε περίπτωση που δεν συμφωνείτε με τους όρους χρήσης της ιστοσελίδας, οφείλετε να μην κάνετε χρήση των υπηρεσιών και του περιεχομένου αυτής. Το περιεχόμενο του παρόντα Ιστότοπου είναι διαθέσιμο στο κοινό, μόνο για πληροφοριακούς σκοπούς και προσπαθούμε να το διατηρούμε ενημερωμένο. Παρά την επισταμένη προσπάθεια για προσεκτική παράθεση των διαθέσιμων πληροφοριών, δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη και δεν εγγυόμαστε για την ορθότητα, την πληρότητα και την επικαιρότητα των πληροφοριών που παρατίθενται στην ιστοσελίδα μας. Το Περιεχόμενο παρέχεται αποκλειστικά για πληροφοριακούς σκοπούς. Το Περιεχόμενο δεν σας παρέχει συμβουλές ή συστάσεις οποιουδήποτε είδους και δεν πρέπει ποτέ να χρησιμοποιείται σαν υποκατάστατο συμβουλών που παρέχονται από εξειδικευμένο επαγγελματία. Επίσης, κανένα σημείο του παρόντος ιστοτόπου δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σαν βάση για οποιαδήποτε απόφαση ή ενέργειά σας. Τυχόν αξιώσεις ευθύνης, κάθε είδους, έναντι του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών ή/και του δικηγόρου Αθηνών Δημήτριου Αναστασόπουλου σχετικά με ζημιές υλικής ή ηθικής φύσεως που προκαλούνται από τη χρήση ή την μη χρήση των διατιθέμενων πληροφοριών, ή αντίστοιχα από τη χρήση ανακριβών ή ελλιπών πληροφοριών, εφόσον από πλευράς του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών ή/και του δικηγόρου Αθηνών Δημήτριου Αναστασόπουλου δεν υπάρχει αποδεδειγμένα πρόθεση ή βαριά αμέλεια. Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών δεν ευθύνεται για οποιουδήποτε είδους ζημιές που θα μπορούσαν να προκύψουν από την πρόσβαση ή τη χρήση αυτού του δικτυακού τόπου. Επιπλέον, σε καμία περίπτωση δεν φέρουμε ευθύνη για τυχόν απαιτήσεις νομικής ή αστικής ή/και ποινικής φύσης ούτε για τυχόν ζημία (θετική, ειδική ή αποθετική η οποία ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, διαζευκτικά ή/και σωρευτικά συνίσταται σε απώλεια κερδών, δεδομένων, διαφυγόντα κέρδη, χρηματική ικανοποίηση κ.λ.π.) από χρήστες της ιστοσελίδας ή τρίτους από αιτία που έχει σχέση με τη λειτουργία ή χρήση του παρόντος διαδικτυακού τόπου.

Σε περίπτωση που τμήματα ή επιμέρους διατυπώσεις αυτού του κειμένου δεν είναι, ή δεν είναι πλέον, ή δεν είναι πλήρως ορθές νομικά σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, τα λοιπά μέρη του κειμένου παραμένουν ανέπαφα όσον αφορά στο περιεχόμενο και στην εγκυρότητά τους. Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών διατηρεί ρητώς το δικαίωμα να αλλάξει, να συμπληρώσει, να σβήσει ή να απενεργοποιήσει προσωρινά ή μόνιμα, τμήματα ή το σύνολο της ιστοσελίδας του, χωρίς ιδιαίτερη προειδοποίηση.

Η πρόσβαση και η χρήση αυτής της ιστοσελίδας υπόκειται αποκλειστικά στο δίκαιο της Ελληνικής Δημοκρατίας.